Τα «Λιμάνια Ελευθερίας» φιλοδοξούν να αποτελέσουν προπύργια του φιλελευθερισμού, της πολιτικής και φιλοσοφικής κοσμοθεωρίας και πρακτικής που αποβλέπει στην μεγιστοποίηση της ατομικής, οικονομικής και πολιτικής ελευθερίας. Με την λέξη «ελευθερία» νοείται η κατάσταση εκείνη σε μία κοινωνία κατά την οποία ο εξαναγκασμός ανθρώπων από άλλους είναι όσο το δυνατόν μικρότερος. Εξαναγκασμός υπάρχει όταν τα άτομα ενεργούν όχι για την επιδίωξη δικών τους σκοπών αλλά για την πραγμάτωση σκοπών τρίτων. Ο εξαναγκασμός είναι κατ’ αρχήν κάτι κακό γιατί μετατρέπει τον άνθρωπο σε πιόνι άλλων, είναι εν τούτοις θεσμικά αναπόφευκτος γιατί η ελευθερία του ενός μπορεί να συγκρούεται με την ελευθερία του ή των άλλων. Σε μία φιλελεύθερη κοινωνία το πρόβλημα αυτό επιλύεται με την θέσπιση κανόνων βέβαιης και ίσης εφαρμογής έναντι πάντων, κυβερνώντων και κυβερνωμένων (ύπαρξη κράτους δικαίου).
Οι τρεις προαναφερθείσες κατηγορίες ελευθερίας συνδέονται μεταξύ τους. Η οικονομική ελευθερία αποτελεί μέρος της ατομικής ελευθερίας, της ύπαρξης δηλ. μίας εκτεταμένης σφαίρας ατομικής δραστηριότητας δυναμένης να αναπτυχθεί υπό το κράτος σταθερών κανόνων, χωρίς κρατική ανάμιξη. Εξ άλλου η οικονομική ελευθερία, χάρη στον διαχωρισμό μεταξύ της κρατικής και της οικονομικής εξουσίας που επιφέρει σε σημαντικό βαθμό, αποτελεί αναγκαία – αλλά όχι ικανή – συνθήκη για την ύπαρξη πολιτικής ελευθερίας σε μία χώρα.
Ο φιλελευθερισμός στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: πρώτον, τα ατομικά δικαιώματα, που προϋπάρχουν της πολιτικής εξουσίας και δεν αποτελούν παραχωρήσεις της αλλά μπορούν να ασκηθούν ακόμη και έναντι αυτής. Δεύτερον, την έννοια της αυθόρμητης τάξης, κατά την οποία τα σημαντικότερα είδη τάξης σε μία κοινωνία (όπως: ήθη, γλώσσα, αγορές) δεν είναι αποτέλεσμα συνειδητού προγραμματισμού ή σχεδιασμού αλλά προκύπτουν από την αλληλεπίδραση και τις εκούσιες συναλλαγές μεταξύ εκατομμυρίων, ελευθέρως δρώντων ατόμων. Τρίτον, την ύπαρξη θεσμών που αναθέτουν στο κράτος το μονοπώλιο της έννομης βίας, αναγκαίας, όπως προαναφέρθηκε, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου, που, όμως, δυνητικά, μπορεί να αποτελέσουν οι θεσμοί αυτοί την πιο μεγάλη και επικίνδυνη απειλή αν δεν περιορίζονται από συνταγματικές ρυθμίσεις και, γενικά, από την απαρέγκλιτη εφαρμογή του Κράτους Δικαίου.
Ο φιλελευθερισμός αποτελεί μία επιλογή «μεσότητας». Απορρίπτει ακραίες αυταρχικές ή ολοκληρωτικές αντιλήψεις, με τις οποίες δεν έχει τίποτα το κοινό. Υιοθετεί ένα ήπιο κλίμα, μία πολιτική συμπεριφορά που αντιπαρατίθεται με ιδέες και επιχειρήματα, χωρίς προσωπικές επιθέσεις, δημαγωγία, ύβρεις ή βιαιότητες. Παραμένει, όμως, ως επιλογή κατά του κρατισμού, υπό την έννοια ότι το κράτος πρέπει να περιορίζεται στις σημαντικές αρμοδιότητες που έχει να επιτελέσει, περιλαμβανομένης της εκδήλωσης αλληλεγγύης σε όσους πραγματικά την έχουν ανάγκη. Κατά τα λοιπά θεωρεί ότι το τεκμήριο αρμοδιότητας πρέπει να λειτουργεί σε βάρος του δημόσιου τομέα.
Η προσθήκη επιθετικών προσδιορισμών πριν από την πολιτική έννοια του φιλελευθερισμού όπως «ριζοσπαστικός», «κοινωνικός», «νέος» κ.ά., κατά την γνώμη μου, μόνο σύγχυση προκαλεί, από την οποία επωφελούνται οι ιδεολογικοί αντίπαλοι. Ο συνεπής φιλελευθερισμός πάντοτε επιφέρει τομές και ρήξεις, είναι δηλ. ριζοσπαστικός. Προάγει αποτελεσματικότερα από κάθε άλλη πρακτική το γενικό όφελος, είναι δηλ. κοινωνικός. Οδηγεί ταχύτερα σε νέες εξελίξεις και καινοτομίες, είναι δηλ. από την φύση του ανανεωτικός.
O Jose Ortega y Gasset είχε πει : «Φιλελευθερισμός – αξίζει να το σκεφτόμαστε αυτό σήμερα – είναι η ύψιστη μορφή γενναιοδωρίας, είναι το δικαίωμα που παραχωρεί η πλειοψηφία στις μειοψηφίες και επομένως είναι το ευγενέστερο άκουσμα που αντήχησε ποτέ σ’ αυτό τον πλανήτη». Αυτό το ευγενέστερο άκουσμα θα γίνει πράξη στα «Λιμάνια Ελευθερίας».
Του Κώστα Χριστίδη*