Του Τάσου Ι. Αβραντίνη
Από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ προκύπτει ότι ένας μικρός αριθμός φορολογουμένων επωμίζεται το μεγαλύτερο μέρος του φόρου εισοδήματος. Κάτι που αγνοούν συστηματικά οι γραφειοκράτες σχεδιαστές του υπουργείου Οικονομικών είναι ότι ο φορολογούμενος κάθε εποχής και κάθε χώρας θέλει προ παντός την ισότητα έναντι του νόμου.
Εάν πληρώνουν φόρους όλοι οι πολίτες, τότε επιτυγχάνεται η φορολογική ισότητα. Εάν κάποιοι απαλλάσσονται με κοινωνικά, εισοδηματικά ή απλώς ευνοιοκρατικά κριτήρια, και ο συνεπής και νομοταγής φορολογούμενος θα δυστροπήσει. Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές για τους λίγους και η απαλλαγή των πολλών είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο ο προοδευτικός φόρος εισοδήματος έχει παγκοσμίως αποτύχει.
Στο φόρο εισοδήματος εντοπίζεται άλλωστε διεθνώς και το μεγαλύτερο ποσοστό φοροδιαφυγής. Η βιβλιογραφία των δημοσίων οικονομικών μάς διδάσκει ότι εάν εξαιρεθεί το 10% μόλις των φορολογουμένων από τον φόρο εισοδήματος, τον οποίο θα έπρεπε κανονικά να καταβάλει, εάν δεν θέσπιζαν τα κράτη τις διάφορες φοροαπαλλαγές για τις διάφορες κοινωνικές ομάδες, τότε το υπόλοιπο 90% θα επιδείξει φορολογική απροθυμία. Στην Ελλάδα για το 2015 (το τελευταίο έτος που διαθέτουμε επίσημα στατιστικά στοιχεία από τις δηλώσεις εισοδήματος) προκύπτει φόρος εισοδήματος 8,028 δισ. ευρώ, πλέον εισφοράς αλληλεγγύης 708 εκατ. ευρώ, σύνολο 8,736 δισ. €.
Εάν δεν υπήρχε αφορολόγητο όριο και όλοι οι φορολογούμενοι πλήρωναν φόρους από το πρώτο ευρώ των πάσης φύσεως εισοδημάτων τους με έναν και μόνον ενιαίο φορολογικό συντελεστή 12,5%, τότε το κράτος θα εισέπραττε φόρο 12,26 δισ.€. Θα εισέπραττε δηλαδή σχεδόν 20% επιπλέον χρήματα χωρίς να χρειάζεται να επιβάλει υψηλούς φορολογικούς συντελεστές για τα μεγάλα εισοδήματα και τη δυσβάσταχτη εισφορά αλληλεγγύης, που απονευρώνει ακόμη περισσότερο τα κίνητρα δημιουργίας των επιτυχημένων ατόμων και επιχειρήσεων.
Μέσω του προοδευτικού φόρου εισοδήματος γίνεται η πιο άδικη και η πιο καταστροφική για την οικονομία της χώρας αναδιανομή εισοδήματος. Το χειρότερο, αυξάνεται η τάση προς σπατάλη των Κοινοβουλίων. Αφού η μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού δεν πληρώνει φόρους, επιδιώκει την αύξηση των δαπανών με «τα λεφτά των άλλων». Ουδείς ενδιαφέρεται γι' αυτό. Τους σχεδιαστές της οικονομικής πολιτικής δεν τους ενδιαφέρει τι εισπράττει το κράτος. Τους ενδιαφέρει να αποδείξουν ότι ευνοούν τους πολλούς εις βάρος των ευκατάστατων και πιο δημιουργικών πολιτών της χώρας.
Ο φθόνος και το μίσος μιας ολόκληρης κοινωνίας εναντίον των λίγων και εκλεκτών χαρακτηρίζει -διαχρονικά είναι αλήθεια- τις φορολογικές αντιμεταρρυθμίσεις. Την εποχή του ΣΥΡΙΖΑ πήγαμε ένα βήμα παραπέρα, ευθέως διακηρύσσεται από τα χείλη του πρωθυπουργού ότι αυτή ακριβώς είναι η επιλογή της κυβέρνησης· οι εκλεκτοί πολίτες, οι καινοτόμες επιχειρήσεις να πληρώνουν λίτρα για να τους «ανέχονται» όσοι ζουν από τα κονδύλια των δαπανών ή έστω αποφεύγουν «μαεστρικά» τα κονδύλια των εσόδων του προϋπολογισμού.
Στον πίνακα που ακολουθεί περιγράφεται αναλυτικά η κατάσταση, όπως ίσχυε το οικονομικό έτος 2015 (σήμερα τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα, αλλά είπαμε η ΑΑΔΕ δεν... προλαβαίνει να δημοσιεύσει τα στοιχεία):